19°C
Η Μονή της Παναγίας Κυράς Ελεούσας βρίσκεται 1,5 χιλιόμετρο βορειοανατολικά του χωριού Βορίτσι . Μέχρι πριν λίγα χρόνια η μονή ήταν έρημη αλλά με τη φροντίδα του μοναχού και των κατοίκων της περιοχής η μονή έχει αναπαλαιωθεί και είναι ενεργή, ύστερα από πολλά χρόνια.
Είναι από τα πιο αξιόλογα μνημεία μοναστηριακής αρχιτεκτονικής στη περιοχή και ο επισκέπτης μπορεί να δει πλήρως αναπαλαιωμένα πολλά από τα αρχιτεκτονικά της μέρη, το τείχος με τις πολεμίστρες, τα κελιά των μοναχών, τους βοηθητικούς χώρους και το καθολικό της.
Η μονή είναι χτισμένη σε ψηλό και απότομο λόφο με θέα προς τη θάλασσα και τη γύρω περιοχή.
Η αρχιτεκτονική της μορφή είναι φρουριακού τύπου, εκμεταλλευόμενη τη φυσική οχύρωση της περιοχής. Η κεντρική είσοδος της μονής βρίσκεται στη βορειοανατολική πλευρά, ενώ μια μικρότερη βοηθητική υπάρχει στη νοτιοδυτική πλευρά. Η Δυτική της πλευρά είναι ιδιαιτέρως οχυρή λόγω της μορφολογίας του εδάφους. Το καθολικό της βρίσκεται στο κέντρο της εσωτερικής αυλής του μεσαίου επιπέδου, και περιστοιχίζεται από τα κελιά των μοναχών και τους βοηθητικούς χώρους της μονής. Ανάμεσα στους χώρους αυτούς μπορεί κανείς να διακρίνει το μεγάλο ελαιοτριβείο, τη δεξαμενή συλλογής των όμβριων υδάτων και το ληνό. Μέσα στο καθολικό υπάρχουν δύο τάφοι μοναχών ή ηγουμένων της μονής ενώ ακριβώς έξω, δίπλα στην είσοδο, υπάρχει άλλος ένας και τα ίχνη από έναν δεύτερο.
Στο περίβολο της μονής υπάρχουν ψηλά πεύκα και καθίσματα όπου ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει την ηρεμία και τη γαλήνη που προσφέρει ο χώρος.
Το μοναστήρι χτίστηκε πάνω σε παλαιότερο ναό, ίσως αρχαίο, όπως μαρτυράει η μεγάλη πέτρινη κολώνα που βρίσκεται ακόμα στο περίβολο. Μια ακόμα πέτρινη κολώνα που υπήρχε εκεί έχει χρησιμοποιηθεί ως υπέρθυρο στη Νότιά του πύλη, τη λεγόμενη «Χαρασανή πόρτα» η οποία οδηγούσε στο γειτονικό χωριό Χαρασό .
Η εποχή της ίδρυσης του τοποθετείται στον τελευταίο αιώνα της Ενετοκρατίας, ενώ αναφέρεται πρώτη φορά σε έγγραφο του 1606. Αρχικά ήταν υπό τη δικαιοδοσία της Μονής της Αγίας Αικατερίνης του Σινά. Αργότερα, άγνωστο πότε, έγινε μετόχι της Μονής Αγκαράθου. Επίσης σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ήταν παράρτημα της Μονής του Αγίου Γεωργίου στον Αποσελέμη.
Ενετική Περίοδος
Το Rural Greece είναι μια διαδικτυακή πύλη που συνδέει ταξιδιώτες με μοναδικούς προορισμούς και τοπικές επιχειρήσεις της υπαίθρου, προσφέροντας αυθεντικές εμπειρίες μέσα από δραστηριότητες που αναδεικνύουν τη φύση, τις παραδόσεις και τον πολιτισμό.
Για το Rural Greece η προσβασιμότητα είναι θεμελιώδης για την ενίσχυση της τουριστικής εμπειρίας χωρίς αποκλεισμούς. Ακολουθώντας τις αρχές της συμπερίληψης και της ισότητας, το Δίκτυο Τουρισμού Υπαίθρου epaithros και οι επιχειρήσεις-μέλη του εργάζονται συνεχώς για την ενίσχυση των παρεχόμενων τουριστικών υπηρεσιών, διασφαλίζοντας ότι όλοι οι επισκέπτες, έχουν την ευκαιρία να βιώσουν την αυθεντική ομορφιά της ελληνικής υπαίθρου.
Η αειφορία στον τουρισμό αναφέρεται σε έναν τρόπο ανάπτυξης του τουρισμού που σέβεται και προστατεύει το περιβάλλον, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει την τοπική οικονομία και διαφυλάσσει τις πολιτιστικές παραδόσεις. Στόχος του βιώσιμου τουρισμού είναι να προσφέρει μοναδικές και αυθεντικές εμπειρίες στους επισκέπτες, χωρίς να επιβαρύνει το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι οι τοπικές κοινότητες επωφελούνται από την τουριστική δραστηριότητα.
Αυτός ο τύπος τουρισμού βασίζεται σε τρεις πυλώνες:
Με την αειφορία στον τουρισμό, οι επισκέπτες μπορούν να ζήσουν αυθεντικές εμπειρίες, γνωρίζοντας ότι ο αντίκτυπος του τουρισμού στην περιοχή είναι θετικός και διαρκής για τις μελλοντικές γενιές.
Για το Rural Greece η τοπικότητα αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς παράγοντες για την ανάπτυξη του βιώσιμου τουρισμού, καθώς προάγει την ισχυρή σύνδεση του τουριστικού προϊόντος με την τοπική κοινωνία, οικονομία και πολιτισμό. Μέσω της τοπικότητας, οι επισκέπτες αποκτούν την ευκαιρία να εξερευνήσουν αυθεντικά στοιχεία του προορισμού, όπως τα τοπικά προϊόντα, τις παραδόσεις και την κουλτούρα της περιοχής. Αυτό όχι μόνο ενισχύει την τοπική οικονομία, αλλά βοηθά και στη διατήρηση και ενίσχυση των τοπικών επιχειρήσεων, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας και υποστηρίζοντας την ανάπτυξη των τοπικών κοινοτήτων.
Επιπλέον, η τοπικότητα συμβάλλει στη βιωσιμότητα του τουριστικού τομέα, καθώς μειώνει τη χρήση πόρων από άλλες περιοχές και ενθαρρύνει τη χρήση τοπικών αγαθών και υπηρεσιών, περιορίζοντας το οικολογικό αποτύπωμα των τουριστικών δραστηριοτήτων. Έτσι, η ενσωμάτωση της τοπικότητας στις τουριστικές πρακτικές ενισχύει τη συνείδηση της αειφορίας, τόσο στους επισκέπτες όσο και στις τοπικές επιχειρήσεις, δημιουργώντας έναν πιο υπεύθυνο και αειφόρο τουριστικό προορισμό.