12°C
Η μονή Κεράς Καρδιώτισσας βρίσκεται πάνω στον ορεινό όγκο της Δίκτης και τη συναντά κανείς ακολουθώντας τον ανηφορικό δρόμο προς το Οροπέδιο Λασιθίου. Απέχει 50 χλμ από το Ηράκλειο και είναι αφιερωμένη στην Παναγία, όπως άλλωστε και τα περισσότερα κρητικά μοναστήρια.
Η μονή είναι συνδεδεμένη με έναν θρύλο που αποτελεί από μόνος του πόλο έλξης για πολλούς πιστούς. Σύμφωνα με την παράδοση λοιπόν, η εικόνα της Παναγίας της Καρδιώτισσας – από την οποία πήρε το όνομα της η μονή και θεωρείται θαυματουργή – κλάπηκε τρεις φορές από τους Τούρκους και τις τρεις επέστρεψε «μόνη» της πίσω. Την τρίτη φορά μάλιστα, λέει ο θρύλος, την είχαν δέσει με αλυσίδα πάνω σε μια μαρμάρινη κολώνα, την οποία πήρε μαζί της φεύγοντας. Η κολώνα του θρύλου βρίσκεται σήμερα στον περίβολο της Μονής και η αλυσίδα βρίσκεται τοποθετημένη δίπλα στην εικόνα.
Η μονή είναι πολύ παλιά, αλλά δεν ξέρουμε ακριβώς πότε και από ποιόν ιδρύθηκε. Αναφέρεται για πρώτη φορά από το φλωρεντιανό μοναχό Χριστόφορο Μπουοντελμόντι, το 1415. Στην αρχική της μορφή ήταν φρουριακού τύπου. Η θέση της πάνω σ’ ένα από τα φυσικά περάσματα που οδηγούν στο Οροπέδιο Λασιθίου – το οποίο αποτελούσε κέντρο επαναστατών – επέβαλε την οχύρωση της. Το μοναστηριακό τείχος περιέβαλε και προστάτευε το ναό, τα κελιά των μοναχών και τα κοινόχρηστα κτίρια. Η παλιά της μορφή όμως αλλοιώθηκε λόγω των πολλών καταστροφών και πυρπολήσεων που υπέστη επί Τουρκοκρατίας με αποτέλεσμα σήμερα να μη σώζεται τίποτα πια από τα παλιά οχυρωματικά έργα, πέρα από την είσοδο στην ανατολική πλευρά του συγκροτήματος και τη βασική διάταξη των μοναστηριακών κτισμάτων.
Το Καθολικό της Μονής που έχει δεχτεί διαδοχικές επεκτάσεις λόγω του αυξανόμενου πλήθους των πιστών, διαθέτει ένα σημαντικό τοιχογραφικό διάκοσμο που αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα καλλιτεχνικής δημιουργίας των αρχών του 14ου αιώνα. Μετά την κατάκτηση της Κρήτης από τους Τούρκους η μονή έπαιξε σπουδαίο εθνικό ρόλο και υπήρξε καταφύγιο των επαναστατών. Τη δράση της αυτή την πλήρωσε ακριβά η μονή αφού μετά την έκρηξη της Επανάστασης του 1821 πυρπολήθηκε επανειλημμένως από τους Τούρκους. Στα 1866 και 1867 υπήρξε ορμητήριο Κρητών επαναστατών.
Κατά τον 20ό αιώνα αντιμετώπισε τον κίνδυνο της ερήμωσης, λόγω μείωσης του αριθμού των μοναχών, όμως χάρη στη μετατροπή της σε μονή Καλογραιών διατηρείται ακόμη.
Β Βυζαντινή Περίοδος
Το Rural Greece είναι μια διαδικτυακή πύλη που συνδέει ταξιδιώτες με μοναδικούς προορισμούς και τοπικές επιχειρήσεις της υπαίθρου, προσφέροντας αυθεντικές εμπειρίες μέσα από δραστηριότητες που αναδεικνύουν τη φύση, τις παραδόσεις και τον πολιτισμό.
Για το Rural Greece η προσβασιμότητα είναι θεμελιώδης για την ενίσχυση της τουριστικής εμπειρίας χωρίς αποκλεισμούς. Ακολουθώντας τις αρχές της συμπερίληψης και της ισότητας, το Δίκτυο Τουρισμού Υπαίθρου epaithros και οι επιχειρήσεις-μέλη του εργάζονται συνεχώς για την ενίσχυση των παρεχόμενων τουριστικών υπηρεσιών, διασφαλίζοντας ότι όλοι οι επισκέπτες, έχουν την ευκαιρία να βιώσουν την αυθεντική ομορφιά της ελληνικής υπαίθρου.
Η αειφορία στον τουρισμό αναφέρεται σε έναν τρόπο ανάπτυξης του τουρισμού που σέβεται και προστατεύει το περιβάλλον, ενώ ταυτόχρονα ενισχύει την τοπική οικονομία και διαφυλάσσει τις πολιτιστικές παραδόσεις. Στόχος του βιώσιμου τουρισμού είναι να προσφέρει μοναδικές και αυθεντικές εμπειρίες στους επισκέπτες, χωρίς να επιβαρύνει το φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον, εξασφαλίζοντας ταυτόχρονα ότι οι τοπικές κοινότητες επωφελούνται από την τουριστική δραστηριότητα.
Αυτός ο τύπος τουρισμού βασίζεται σε τρεις πυλώνες:
Με την αειφορία στον τουρισμό, οι επισκέπτες μπορούν να ζήσουν αυθεντικές εμπειρίες, γνωρίζοντας ότι ο αντίκτυπος του τουρισμού στην περιοχή είναι θετικός και διαρκής για τις μελλοντικές γενιές.
Για το Rural Greece η τοπικότητα αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς παράγοντες για την ανάπτυξη του βιώσιμου τουρισμού, καθώς προάγει την ισχυρή σύνδεση του τουριστικού προϊόντος με την τοπική κοινωνία, οικονομία και πολιτισμό. Μέσω της τοπικότητας, οι επισκέπτες αποκτούν την ευκαιρία να εξερευνήσουν αυθεντικά στοιχεία του προορισμού, όπως τα τοπικά προϊόντα, τις παραδόσεις και την κουλτούρα της περιοχής. Αυτό όχι μόνο ενισχύει την τοπική οικονομία, αλλά βοηθά και στη διατήρηση και ενίσχυση των τοπικών επιχειρήσεων, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας και υποστηρίζοντας την ανάπτυξη των τοπικών κοινοτήτων.
Επιπλέον, η τοπικότητα συμβάλλει στη βιωσιμότητα του τουριστικού τομέα, καθώς μειώνει τη χρήση πόρων από άλλες περιοχές και ενθαρρύνει τη χρήση τοπικών αγαθών και υπηρεσιών, περιορίζοντας το οικολογικό αποτύπωμα των τουριστικών δραστηριοτήτων. Έτσι, η ενσωμάτωση της τοπικότητας στις τουριστικές πρακτικές ενισχύει τη συνείδηση της αειφορίας, τόσο στους επισκέπτες όσο και στις τοπικές επιχειρήσεις, δημιουργώντας έναν πιο υπεύθυνο και αειφόρο τουριστικό προορισμό.